ΝΕΟΓΝΙΚΟ ΥΠΕΡΗΧΟΓΡΑΦΗΜΑ ΙΣΧΙΩΝ
Το υπερηχογράφημα τω ισχίων στα νεογνά είναι μία από τις πρώτες εξετάσεις που ζητούν οι παιδίατροι από τους ακτινολόγους πλέον στις μέρες μας, για τον αποκλεισμό της αναπτυξιακής δυσπλασίας τω ισχίων, δηλαδή της ανωμαλίας στην ανάπτυξη της άρθρωσης αυτής.
Η αναπτυξιακή δυσπλασία μπορεί να είναι από απλή χαλαρότητα της άρθρωσης του ισχίου έως σοβαρή παραμόρφωση της άρθρωσης, στην οποία η κεφαλή του μηριαίου δεν έχει σχεδόν καμία επαφή με την κοτύλη και βρίσκεται σε θέση εξαρθρήματος-συγγενές εξάρθρημα του ισχίου-πάθηση η οποία στο παρελθόν οδήγησε πολλά παιδιά σε αναπηρία. Οι συχνότεροι παράγοντες, που ευνοούν την εμφάνιση της πάθησης, είναι η δίδυμη κύηση, το θετικό ιστορικό των γονέων, η ισχιακή προβολή, το ολιγοϋδράμνιο και το φύλο (κορίτσι > αγόρι), ενώ υπάρχουν περιοχές όπου έχουμε μεγαλύτερη συχνότητα όπως είναι και η Κρήτη.
Η αναπτυξιακή δυσπλασία είναι μία ανωμαλία που παρατηρείται κατά τη γέννηση με ποσοστό 2 στα 100 νεογνά, ενώ η εμφάνιση του συγγενούς εξαρθρήματος 1-1,5/1000, γι΄αυτό η πρώιμη διάγνωση της παθολογικής αυτής κατάστασης έχει πολύ μεγάλη σημασία, τόσο για το είδος της θεραπείας που θα επιλεγεί (συντηρητική ή χειρουργική), όσο και για την έκβαση της θεραπείας. Παραμελημένα περιστατικά συνήθως θα χρειαστούν χειρουργική θεραπεία, ενώ, αν η διάγνωση τεθεί έγκαιρα, η πάθηση μπορεί να αντιμετωπισθεί συντηρητικά με ειδικούς νάρθηκες. Αν δεν αντιμετωπισθεί η πάθηση, μπορεί να οδηγήσει σε πρώιμη φθορά του χόνδρου της άρθρωσης (οστεοαρθρίτιδα) ή σε αναπηρία (μόνιμη χωλότητα).
Στο παρελθόν η κλινική εξέταση συμπληρωνόταν με την ακτινογραφία, εξέταση η οποία έχει ακτινοβολία και επιπλέον είναι σχετικά δύσκολη για το νεογνό. Τελευταία η εξέταση γίνεται με τη χρήση του υπερήχου, εξέταση χωρίς ακτινοβολία, ανώδυνη, εύκολη για το νεογνό και αξιόπιστη όταν γίνεται από έμπειρο ακτινολόγο. Μπορούμε να διαπιστώσουμε με ακρίβεια και αξιοπιστία την επικέντρωση της μηριαίας κεφαλής, την λοξότητα της κοτύλης αλλά και με ειδικές τεχνικές (δυναμική υπερηχογραφική εξέταση) την σταθερότητα της άρθρωσης.
Μπορεί να γίνει από τις πρώτες μέρες της γέννησης μέχρι και την 6η - 8η εβδομάδα προκειμένου να έχουμε έγκαιρα τη διάγνωση και τη θεραπεία σε περίπτωση που αυτή χρειάζεται. Επαναλαμβάνοντας τον υπέρηχο κατά τη διάρκεια της θεραπείας ελέγχουμε το αποτέλεσμα αυτής.
Πρόσφατα δημοσιευμένη και βραβευμένη μελέτη στη Γερμανία, παρουσιάζει τα αποτελέσματα του μαζικού ελέγχου των ισχίων των νεογνών με υπέρηχο από το 1996 έως το 2004. Τα αποτελέσματα της συστηματικής αυτής εξέτασης είναι εντυπωσιακά. Σύμφωνα με τα στοιχεία της μελέτης, το ποσοστό των βρεφών που χρειάστηκε να χειρουργηθούν στο ισχίο λόγω δυσπλασίας σ’ αυτό το διάστημα ήταν 0,25/1000.
Πριν εφαρμοστεί ο μαζικός έλεγχος με υπερηχογράφημα των ισχίων, το ποσοστό αυτό ήταν 1/1000 δηλαδή τετραπλάσιο. Η δραστική αυτή μείωση των χειρουργικών επεμβάσεων οφείλεται στην αποτελεσματικότητα της συντηρητικής θεραπείας, η οποία άρχισε έγκαιρα.
Αντίστοιχη μελέτη στην Ελλάδα σύγκρινε την “ανιχνευτική” ικανότητα παθολογικών περιστατικών από ομάδες έμπειρων ορθοπαιδικών και παιδιάτρων. Η ορθοπαιδική εξέταση συμπληρωνόταν πάντα από υπερηχογράφημα των ισχίων. Το αποτέλεσμα ήταν ότι η υπερηχογραφική εξέταση είχε εξαπλάσια “ανιχνευτική” ικανότητα από την κλινική εξέταση. Σε απόλυτους αριθμούς αυτό σήμαινε ότι 65 στα 1000 νεογνά, τα οποία χαρακτηρίστηκαν ως “φυσιολογικά” από την παιδιατρική κλινική εξέταση, βρέθηκε κατά κύριο λόγο στον υπέρηχο ότι είχαν κάποια δυσπλασία. Η δυσπλασία αυτή του ισχίου χωρίς θεραπεία ή παρακολούθηση θα είχε απρόβλεπτη εξέλιξη. Σε υπερηχογραφικά διαπιστωμένες αστάθειες που οφείλονται σε ήπια δυσπλασία της άρθρωσης, μόνο το 50% από αυτές θα ανιχνευθούν κατά την κλινική εξέταση, ακόμα και από έμπειρο ορθοπεδικό. Από την παιδιατρική εξέταση μέτριες έως σοβαρές δυσπλασίες θα ανιχνευθούν σε ποσοστό από 10 – 50%.
Οι διαπιστώσεις αυτές έχουν καταστήσει τον υπέρηχο του ισχίου υποχρεωτική εξέταση προληπτικού ελέγχου στα νεογνά σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες.
Συμπερασματικά είναι προφανές ότι το υπερηχογράφημα των ισχίων στα νεογνά είναι αναγκαία εξέταση, ενώ η συνεργασία παιδιάτρων- ακτινολόγων και παιδοορθοπαιδικών επιβάλλεται για την έγκαιρη διάγνωση.